Με το θάνατο ανοίγει η ψυχή πέφτουν τα σπόρια της στη γη
τα παίρνει ο άνεμος μακριά και τα σκορπίζειτα καίει ο ήλιος κι η βροχή τα μαλακώνεικαι τα τρώνε τα πουλιάκι ένα στον κάτω κόσμο φτάνει και φυτρώνει
Στο σκοτεινό το δάσος το απέραντο βλασταίνει
που δεν το φτάνει φως κι ο ήλιος δεν το βλέπει στα δέντρα ανάμεσα που βλάστησαν τα σπόρια των ψυχών που σείονται χωρίς αέρα
Στον πάνω κόσμο ακούεται το θρόισμα
σαν άηχος παλμός στων ζωντανών τα σπλάχνα
Από τις Σπουδές στη Θεία Κωμωδία